Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

Συνέντευξη στο http://tovivlio.net/



Η Κώστια Κοντολέων συνομιλεί με τη Βούλα Παπατσιφλικιώτη
Επιμέλεια άρθρου Κώστας Θερμογιάννης | 9.08.2016   

Μια επιτυχημένη συγγραφέας μας μιλάει για το τελευταίο της έργο!

Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με την γραφή;

Ξεκίνησε με τα πρώτα μου γράμματα στο σχολείο, όταν διάλεξαν μια έκθεση μου να γραφτεί στο χοντρό βιβλίο που έμπαιναν οι καλύτερες της εβδομάδας, συνέχισα να γράφω ωραίες εκθέσεις αλλά αυτό δεν ήταν καθοριστικό στο να γίνω συγγραφέας.

Τι σημαίνει «γράφω» για σας;

Σημαίνει πολλά, χαρές και λύπες, ικανοποίηση και αγωνίες, αλλά κυρίως είναι ανάγκη ζωής, αν θέλετε και το καταφύγιο μου όπου σ’ αυτό τρέχω να κλειστώ όταν οι συμπυκνωμένες και αποθηκευμένες εικόνες, εμπειρίες και γιατί όχι συναισθήματα ζητούν επιτακτικά να βγουν στο φως, να με αποφορτίσουν και να μετουσιωθούν σε λόγο. 

Υπήρξε κάποιο πρόσωπο στην ζωή σας, το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας;

Πριν υπάρξει αυτό το πρόσωπο υπήρξαν τα βιβλία, τα πολλά αναγνώσματα που με συντρόφεψαν ως παιδί, ως έφηβη και στη συνέχεια στην ενήλικη ζωή μου.  Το γράψιμο ξεκίνησε περισσότερο ως άσκηση και όχι ως αυτοσκοπός, ζώντας ωστόσο σ’ ένα σπίτι όπου η λογοτεχνία κυριαρχούσε μπήκα δειλά στην αρχή στην πρώτη μου απόπειρα, έχοντας ουσιαστικό στήριγμα τον έμπειρο και ταλαντούχο σύντροφο μου.  Αυτός ήταν που με έπεισε πως μπορούσα να το κάνω.

Μιλήστε μας για το τελευταίο σας βιβλίο;

Είναι η προσωπική μου ανάγνωση του προηγούμενου αιώνα.  Ενός αιώνα ταραγμένου, δύσκολου και καθοριστικού για όσους έζησαν σ’ αυτόν.  Είναι μια οικογενειακή σάγκα, η ιστορία μιας οικογένειας, που έζησε στο πετσί της τα ιστορικά γεγονότα, την Ελληνική τραγωδία και κατάφερε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να επιβιώσει.  Οι ήρωες μου είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι εύκολα αναγνωρίσιμοι ακόμη και σήμερα, είναι οι γείτονες της διπλανής πόρτας.

Ποια μοίρα ελπίζετε για αυτό;

Να αγαπηθεί από τους αναγνώστες μου, να γίνουν δικοί του οι ήρωες μου και να τους αναγνωρίζουν σαν πρόσωπα αγαπημένα στον κλειστό χώρο της οικογένειας, της γειτονιάς αλλά και της κοινωνίας.

Έχετε συγκινηθεί με ένα βιβλίο που έχετε διαβάσει;

Έχω συγκινηθεί με πολλά, κι αυτό φυσικά οφείλεται στην ικανότητα και το ταλέντο του συγγραφέα να με κάνει κοινωνό στα πάθη των ηρώων του, να με μπάσει στα βαθύτερα συναισθήματα τους και να με πείσει πως ότι περιγράφει δεν έχει μόνο ψήγματα αλήθειας αλλά είναι η αλήθεια και μόνο αυτή.

Ποια είναι η αγαπημένη σας φράση;

Ζήσε μέσα από την δικιά σου ζωή και όχι μέσα από τις ζωές των άλλων!!!

Για ποιο λόγο θα σταματούσατε να γράφετε;


Αν στερέψω από ουσιαστικές ιδέες και ερεθίσματα. Ένα κακό βιβλίο δεν έχει θέση στην ζωή μου και κατ’ επέκταση στο αναγνωστικό μου κοινό.

Πρώτη δημοσίευση:
http://tovivlio.net/%CE%B7-%CE%BA%CF%8E%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AD%CF%89%CE%BD-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B5%CE%AF-%CE%BC%CE%B5-%CF%84%CE%B7-%CE%B2%CE%BF%CF%8D/?doing_wp_cron=1472579611.3911900520324707031250

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016

Θα μείνω...

Καλοκαίρι του ’69, Ιούλιος μήνας, μέρα σημαδιακή, κι ο κόσμος κολλημένος στις τηλεοράσεις παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα το μεγάλο βήμα του ανθρώπου στις νεκρές θάλασσες και τα σβησμένα ηφαίστεια της Σελήνης, μ’ αυτή στον καθρέφτη της κολλημένη θαύμαζε ακόμη την εικόνα της, φουστάνι σεμιζιέ με  υπογραφή Τσεκλένη, μαλλιά καλοχτενισμένα, δαχτυλίδια σ’ όλα τα δάχτυλα των χεριών της.
Ήταν όμορφη και το ήξερε, ένας κακομαθημένος νάρκισσος, που συχνά πυκνά ρωτούσε τον καθρέφτη της όχι με λόγια μα μόνο με το βλέμμα, αν ήταν η ομορφότερη, έτσι κι απόψε, περίμενε την απάντηση του, για να φύγει ήσυχη για το εξοχικό της κολλητής της, κάπου στην Κηφισιά, καλεσμένη κι αυτή μαζί με άλλους πολλούς για να δουν, να σχολιάσουν και να θαυμάσουν το εξαιρετικό γεγονός.

Κι όμως κάθονταν μόνη της εκείνη τώρα σε μια από τις καφέ μπαμπού πολυθρόνες της βεράντας του εξοχικού, κι έπαιζε αφηρημένα με τις καλοχτενισμένες μπούκλες των μαλλιών της θαυμάζοντας ταυτόχρονα στις κρυστάλλινες αντανακλάσεις του ποτηριού στο χέρι της τις εναλλασσόμενες και φευγαλέες εκδοχές ενός προσώπου που ήταν και δεν ήταν το δικό της καθώς γυρόφερνε αργά το ποτήρι στο χέρι της.
Από μέσα άκουγε συνέχεια φωνές άκρατου ενθουσιασμού και περιέργους ηλεκτρονικούς ήχους από την τηλεόραση καθώς πλησίαζε η ώρα της μεγάλης στιγμής.  Τα μάτια των άλλων καρφωμένα στην οθόνη της τηλεόρασης.  Τα δικά της στο ρολόι της, ήθελε να βρει τρόπο να φύγει, το ενδεχόμενο μιας ακόμη ερωτικής βραδιάς με τον Άρη δεν είχε αποκλειστεί από τα σχέδια της.  Ήθελε να φύγει μα ήταν η ντροπή για τ’ αρνητικά σχόλια που θα ακολουθούσαν που την ανάγκασε να μείνει λίγο ακόμα.
Κι ύστερα οι φωνές από μέσα ενώθηκαν με το κλάξον του αυτοκινήτου που είχε μόλις σταματήσει έξω από την πόρτα του κήπου.  Ήταν η περιέργεια που την έκανε να στραφεί προς τον άγνωστο σ’ αυτήν καθυστερημένο επισκέπτη που βιάζονταν, έτσι της φάνηκε, να μπει στα ενδότερα να δει κι εκείνος την μεγάλη στιγμή και να θαυμάσει.  Το βλέμμα της σταμάτησε στον νέο άντρα που ανέβαινε ήδη τα σκαλιά της βεράντας, με μια αμήχανη κίνηση άγγιξε πάλι τα καλοχτενισμένα της μαλλιά, ο ναρκισσισμός της για μια ακόμη φορά  στο φουλ, καθώς εκείνος ευγενικά την χαιρετούσε λίγο πριν μπει κι αυτός στο σπίτι.  Οι φωνές αγωνίας των θεατών εναλλάσσονταν με την απόλυτη σιωπή, καθώς η σεληνάκατος σε απόσταση αναπνοής ολοκλήρωνε αργά την κατάληψη της σελήνης, και την αποδόμηση δοξασιών αιώνων αντίδοτο στον φόβο της γητειάς της.
Μπαίνει κι εκείνη στο σπίτι, μα τα δικά της μάτια αλλού κλεφτά κοιτάζουν, τον νεαρό άντρα που λίγο  πριν είχε διασταυρώσει το βλέμμα του με το δικό της στην βεράντα.  Αναρωτιόταν αν ήταν αυτός που η κολλητή της, είχε περιγράψει σε ανύποπτο χρόνο  μοναχικό άτομο, που περνούσε περισσότερο χρόνο με τα βιβλία του παρά με το γυναικείο φύλο.  Ωστόσο, η ανάγκη της για μια ακόμη επιβεβαίωση της σαγήνης που προκαλούσε στους άντρες την έσπρωξε να δοκιμάσει μια ελεγχόμενη επαφή μαζί του.  Βρέθηκε δήθεν τυχαία κοντά του, κάτι είπε σχολιάζοντας αυτά που έβλεπαν στην οθόνη της τηλεόρασης, κάτι της απάντησε εκείνος, ο πάγος έσπασε κι ειπώθηκαν κι άλλα πολλά μεταξύ τους.
Σαν παιχνίδι ξεκίνησε αυτή η άσκηση γοητείας εκ μέρους της, ένας ακόμη αρσενικός λαβωμένος από τα κάλλη της, έτσι για να αυξάνει η συλλογή της και να θεριεύει ο αρρωστημένος ναρκισσισμός της.
Φεύγοντας από κει, ακόμη και τ’ όνομα του θα είχε βγει από την μνήμη της το επόμενο πρωί.  Άλλωστε, σ’ ένα μήνα αυτή θα βρίσκονταν αλλού, μακριά από φιλικές βεράντες, προσσεληνώσεις και ιδιόρρυθμους πλην ενδιαφέροντες νεαρούς άντρες.  Το πανεπιστήμιο που την περίμενε στην Αγγλία ήταν ευκαιρία για σπουδές ή αφορμή για το δικό της μεγάλο άλμα προς την ελευθερία και την αποκοπή της από τις όποιες  αγκυλώσεις και δεσμεύσεις μιας καταπιεστική οικογένειας.
Έφυγε από κει αργά όταν είχε κοπάσει πια ο θόρυβος της αποδόμησης του φεγγαριού.  Είχε προλάβει, ωστόσο, να εντυπωσιαστεί από την έντονη προσωπικότητα του, τις γνώσεις του, τα λόγια του και πράγμα παράξενο για κείνη, δεν είχε βγει καθόλου από το μυαλό της το επόμενο πρωί.  Θύμωσε με τον εαυτό της που τόσο εύκολα είχε αφεθεί να κρατήσει ζωντανή την εικόνα του μέχρι χθες άγνωστου άντρα.  Έπεσε με τα μούτρα στις προετοιμασίες του ταξιδιού της κι ενέδωσε σε σκέψεις λιγότερο επικίνδυνες.  Μέχρι το βράδυ τον είχε βγάλει εντελώς από το μυαλό της, το οποίο απασχολούσαν τώρα συναλλάγματα, φοιτητικές εστίες, και μια καινούργια ζωή πάνω σε άλλες βάσεις.
Αργά, χτύπησε το τηλέφωνο της, ‘γαμώτο, ποιος είναι πάλι’ μουρμούρισε ενοχλημένη γιατί έβλεπε κάτι ενδιαφέρον στην τηλεόραση, χαμήλωσε την ένταση του ήχου και πήγε να το σηκώσει.  Ήταν η φωνή, η δική του φωνή, τόσο υποβλητική που της ζητούσε συγνώμη για τα ακατάλληλο της ώρας, και πως ήθελε να την καλέσει  σε μια εκδρομή που σχεδίαζαν με την κολλητή της και μερικούς άλλους φίλους, μετά από λίγες μέρες για Ναύπλιο.  Πως θα τον χαροποιούσε η δικιά της παρουσία στην παρέα τους πρόσθεσε και πως θα ήταν  ευκαιρία να γνωριστούν καλύτερα και να συνεχίσουν την ενδιαφέρουσα κουβέντα που είχαν ξεκινήσει το προηγούμενο βράδυ κι είχε μείνει ανολοκλήρωτη.  Γέλασε ειρωνικά για το πόσο εύκολα είχε τυλίξει έναν ακόμη αρσενικό στην σαγήνη της, αλλά και η εκδρομή σε μια πόλη που αγαπούσε ιδιαίτερα ήταν αρκούντως ελκυστική.  Είπε το ναι, και βιάστηκε να κλείσει το τηλέφωνο, για να μην προδοθεί από την ταραχή που ασυνήθιστο και παράξενο γι’ αυτήν της είχε προξενήσει η απρόσκλητη εισβολή του στην ζωή της, ‘δεν βαριέσαι, μια εκδρομή είναι μόνο,’ μονολόγησε, ‘κι ύστερα που με είδες που με ξέρεις.’
Η εκδρομή τους είχε απ’ όλα, μπάνιο και φαγητό στο Τολό, Βάκχες στο θέατρο της Επιδαύρου, και μια βόλτα στα γραφικά δρομάκια της πόλης, πριν πάρουν και πάλι τον δρόμο της επιστροφής.  Εκείνος ήταν αδικαιολόγητα απόμακρος απέναντι της κι αυτή απέφευγε να τον κοιτάξει γιατί άπαξ και το έκανε δεν θα ξανάπαιρνε τα μάτια της από πάνω του.  ‘Τελικά, θα είναι ο πρώτος αρσενικός, που θα διαγράψω από την συλλογή μου,’ σκέφτηκε εκνευρισμένη ‘και ποιος ο λόγος να με καλέσει,’ αναρωτήθηκε.
Ήταν στην επιστροφή τους, ωστόσο, που έγινε η μεγάλη ανατροπή.  Εκείνος διάλεξε δήθεν τυχαία να καθίσει δίπλα της, έμενε σιωπηλός με το βλέμμα συνέχεια έξω από το παράθυρο, το φεγγάρι καθώς ξεπρόβαλε από το βουνό δημιουργούσε περίεργες σκιές στο πρόσωπο του, ένα απότομο φρενάρισμα έγινε αφορμή τα πρόσωπα τους να πλησιάσουν επικίνδυνα, τα χείλη του σχεδόν ν’ αγγίξουν τα δικά της που κράταγαν ακόμη την αλμύρα της θάλασσας.
‘Σε θέλω στη ζωή μου,’ τον άκουσε να της ψιθυρίζει στ’ αυτί, ‘στην καθημερινότητα μου, με κάθε μόριο του κορμιού μου σε θέλω.’  Το κορμί του ανάσαινε γρήγορα δίπλα στο δικό της.  Κι εκείνη, ξαφνικά, ήθελε να χαθεί σ’ εκείνο το κορμί, να εισβάλει στην ζωή του, ν’ ανατρέψει την καθημερινότητα του.  Μα δεν μπορούσε να το κάνει, ήταν πολύ αργά πια γι’ αυτόν τον έρωτα, είχε έρθει στην πιο ακατάλληλη στιγμή.  ‘Δεν μπορώ,’ κατάφερε μόνο να ψελλίσει.  ‘Φεύγω για σπουδές στην Αγγλία, σε λιγότερο από ένα μήνα.’
‘Μη φύγεις,’ της είπε, ‘ούτε σε ένα μήνα ούτε ποτέ, δεν αντέχω να σε χάσω…’  Κι αυτή ‘αν όχι τώρα, πότε;’  αποφάσισε, και τόλμησε την μεγάλη ανατροπή, προτίμησε το κάλεσμα του έρωτα από το κάλεσμα της ελευθερίας, το κάλεσμα της σάρκας από το κάλεσμα της γνώσης.
‘Θα μείνω…’ είπε μόνο.
 Πρώτη δημοσίευση:

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2016

http://www.kulturosupa.gr/ Συνέντευξη με τον Τάσο Αγγελίδης Γκέντζο

1.Ένας από τους βασικούς στόχους μιας συνέντευξης είναι να φιλοξενήσει μέσα στις γραμμές της τις αλήθειες κι ένας δεύτερος να διαβαστεί από όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Φυσικά μέσω αυτής “διαφημίζεται” και αυτός που την παραχωρεί στο μέσο. Έχετε την ευκαιρία να διαφημίσετε ανοιχτά και ξεκάθαρα αυτό που θα θέλατε και να πείσετε τους αναγνώστες μας για την αλήθεια σας.
Μια συνέντευξη πιστεύω πως στόχο έχει να γνωρίσει τον συνεντευξιαζόμενο σε περισσότερους ανθρώπους.  Να μάθουν, με την προϋπόθεση, πως είναι ειλικρινής σ’ αυτά που δηλώνει τον τρόπο που σκέφτεται, τις ιδεολογικές του ρίζες, τις επιρροές που δέχεται στην διαμόρφωση του έργου του, τις σύγχρονες τάσεις που ασπάζεται.  Αν αυτό θεωρείται διαφήμιση δεν ξέρω, αυτό που όμως ξέρω είναι πως αν οι απαντήσεις μας είναι γνήσιες ακόμη και στις ερωτήσεις που ίσως θεωρούνται παγίδα, ίσως καταφέρουμε να πείσουμε κάποιους εντέλει για το ενδιαφέρον ή όχι της προσωπικότητας μας.     
2. Θα σας προκαλούσα να σκεφτείτε την μέχρι τώρα ζωή σας και να επιλέξετε στην συνέχεια να μας παρουσιάσετε τα ελαττώματα ή τα προτερήματά σας. Ξέρω πως όλοι οι άνθρωποι έχουν και ελαττώματα και προτερήματα. Στην παρούσα στιγμή θα με ενδιέφερε να επιλέξετε μόνο την αυτοσύσταση των προτερημάτων σας ή μόνο την αυτοσύσταση των ελαττωμάτων σας.
Θα ήταν εγωιστικό αν επέλεγα να κάνω μια καταγραφή των προτερημάτων μου.  Και επειδή δεν είμαι καθόλου νάρκισσος, θα προτιμούσα να μιλήσω για τα ελαττώματα μου.  Υπάρχει άραγε άνθρωπος χωρίς ελαττώματα;  Δυσκολεύομαι να πιστέψω το αντίθετο.  Όσον αφορά εμένα και ελαττώματα έχω και αδυναμίες και κάνω μεγάλες προσπάθειες να τα περιορίσω.  Είμαι, ας πούμε, άνθρωπος που εκνευρίζομαι εύκολα όχι γιατί δεν γίνεται πάντα το δικό μου, αλλά γιατί με πληγώνουν πολλά πράγματα σ’ αυτήν την χώρα, με πληγώνει η μαυρίλα των υποτιθέμενων γκράφιτι στους τοίχους και η αδιαφορία και αγένεια αρκετών συμπολιτών μου.  Θυμώνω με την αδικία και την ευτέλεια που επικρατεί στην κοινωνία μας.  Και δεν συγχωρώ εύκολα εκείνους που σκόπιμα συκοφαντούν και με ιδιοτέλεια βάζουν στο στόχαστρο άλλους ανθρώπους.       
3. Δώστε μόνος σας έναν τίτλο από την ψυχή και το μυαλό σας για αυτή την συνέντευξη. Θα ήθελα αυτός ο τίτλος αρχικά να προβληματίσει τον αναγνώστη μας και στην συνέχεια να του δημιουργήσει την επιθυμία να διαβάσει τις απόψεις σας. Εφόσον καταφέρει να την διαβάσει μέχρι το τέλος... να του αφήσει και κάποιον προβληματισμό.
Ουδείς αναμάρτητος!!!
4. Αν δεν απαντήσετε σε κάποια από τις ερωτήσεις, κάτω από την ερώτησή μου θα βάλω μία παύλα. Θεωρώντας αυτονόητο πως όλες οι ερωτήσεις μου θα κινούνται στα πλαίσια της κοσμιότητας και θα έχουν να κάνουν με το μυαλό, την ψυχή και την ιδεολογία σας θεωρώ την αποφυγή μιας απάντησης ως αδυναμία έκφρασης και επικοινωνίας. Ποια είναι η δική σας άποψη περί του θέματος αυτού, αλλά και γενικότερα για την “ελευθερία” αυτού που παραχωρεί την συνέντευξη;
Όταν, όντως, οι ερωτήσεις μια συνέντευξης κινούνται στα πλαίσια της κοσμιότητας, δεν βρίσκω τον λόγο γιατί ο συνεντευξιαζόμενος να αποφύγει να απαντήσει ακόμη και σε ερωτήσεις που πιθανόν τον φέρνουν σε δύσκολη θέση ή σε αμηχανία.  Φυσικά και πιστεύω πως είναι ‘ελεύθερος’ αυτός που παραχωρεί την συνέντευξη να εκφραστεί όπως θέλει, να πει τα πράγματα με το όνομα τους, ίσως και να προκαλέσει ακόμα κάποιους με τα λεγόμενα του.  Ωστόσο, αν οι απαντήσεις του είναι συνάρτηση των πιστεύω του και ειλικρινείς ως προς την ιδεολογία του δεν βρίσκω τον λόγο να αρνηθεί να το κάνει.
      
5. Όταν ρωτάς έναν συγγραφέα να σου αναφέρει κάποιο βιβλίο που του άρεσε μετρημένες είναι οι φορές που δεν απαντά αναμενόμενα. Αναφέρει κάποιο ξένο βιβλίο, αποφεύγει επιμελώς τους έλληνες συγγραφείς και τα βιβλία τους για να μην κακοκαρδίσει κανέναν και σχεδόν πάντα δεν σου λέει γιατί του άρεσε το συγκεκριμένο βιβλίο. Υπάρχει και η άποψη πως οι συγγραφείς μας δε διαβάζουν... Είμαι περίεργος τι θα σκεφτώ όταν θα διαβάζω την δική σας απάντηση.
Το να μην αναφερθώ στο βιβλίο κάποιου σύγχρονου Έλληνα συγγραφέα δεν θα πρέπει να το κάνω για να μην κακοκαρδίσω άλλους ομότεχνους ή αν αναφερθώ σε κάποιον για να προσπορίσω κάποια οφέλη από τυχόν κάποιο καίριο πόστο που εκείνος κατέχει.  Το έχω ξαναπεί και σε άλλη συνέντευξη πως το βιβλίο που μου άλλαξε κυριολεκτικά την ζωή σε προσωπικό και πολιτικό επίπεδο ήταν η ‘Εντολή’ της Διδώς Σωτηρίου.  Αλλά δεν έχω κανένα πρόβλημα να αναφερθώ και σε πιο σύγχρονους συγγραφείς όπως στην Ελένη Πριοβόλου για το βιβλίο της ‘Φωνές στο νερό’ και στον Κώστα Ακρίβο για το βιβλίο του ‘Τελετές Ενηλικίωσης’.  Θα ήταν μακρύς ο κατάλογος αν έπρεπε να αναφέρω εδώ και πολλά άλλα βιβλία που με εντυπωσίασαν, με συγκίνησαν, ή με άγγιξαν.  Αλλά αυτά τα δύο είναι από εκείνα που αποθηκεύονται μέσα σου και δεν τα ξεχνάς εύκολα. 
         
6. Η τέχνη ξεκινάει από το εξώφυλλο ενός βιβλίου ή από το εσωτερικό του; Το εσωτερικό του βιβλίου στην δική σας περίπτωση συμβαδίζει με το εξωτερικό ή βαδίζουν σε εντελώς αντίθετους δρόμους; Ανάμεσα στις απαντήσεις που θα μου δώσετε για αυτή την συνέντευξη θα βάλω και μερικά από τα εξώφυλλα των βιβλίων σας. Ποια έχετε να μου προτείνετε;
Το εξώφυλλο νομίζω πως είναι καθοριστικό για την πορεία ενός βιβλίου.  Είναι εκείνο που θα αιχμαλωτίσει το μάτι του αναγνώστη και θα τον κάνει να το διαλέξει ανάμεσα σε μια πληθώρα άλλων βιβλίων στον πάγκο.  Φυσικά, θα πρέπει, αν όχι να υπονοεί το περιεχόμενο τουλάχιστον να είναι σχετικό με αυτό.  Στην δική μου περίπτωση είχα την τύχη στο τελευταίο μου βιβλίο να επιλεγεί ένα εξώφυλλο που όχι μόνο είναι καλλιτεχνικά άρτιο αλλά και η πεμπτουσία του κειμένου μου.  Το μικρό κορίτσι που απεικονίζεται πίσω από ακανόνιστες γραμμές που σαν κάγκελα φυλακής το εμποδίζουν να κάνει το άλμα προς τα εμπρός που τόσο λαχταράει και που και μόνο με την σκοτισμένη και προβληματισμένη έκφραση του προσώπου του υπονοεί την ανυπόφορη παιδική ηλικία του.  Σχετικά με το  άλλα εξώφυλλα, είναι εκείνο της συλλογής διηγημάτων ‘Σιγανά, σιγανά πατώ τη γη’ που μετά από αλλεπάλληλες εκδόσεις σε άλλου εκδότες, σήμερα κυκλοφορεί από τις  εκδόσεις ‘Έναστρον’.  Η φιγούρα που απεικονίζεται στο εξώφυλλο συμπυκνώνει την μαγεία των κειμένων και είναι υπαινικτική για το αλαφροΐσκιωτο των ηρώων τους.  Ένα άλλο υπαινικτικό εξώφυλλο είναι εκείνο του προηγούμενου μυθιστορήματος μου ‘Φεύγω’.  Το τραπουλόχαρτο της ‘Ντάμας’ που καίγεται συμβολίζει την ηρωίδα μου που παίζει ασυλόγιστα με δυο άντρες ταυτόχρονα και που ακολουθεί την ίδια μοίρα με αυτό.          

7. Η φιλοσοφία κάνει λόγο για την αυτοαναφορικότητα στην τέχνη. Στοιχεία από την προσωπική ζωή, την ιδεολογία, την προσωπική φιλοσοφία του συγγραφέα που περνούν με μιαν άλλη μορφή μέσω της τέχνης του στο ευρύ κοινό. Μπορείτε να μου υποδείξετε κάποια στοιχεία αυτοαναφορικότητας στο έργο σας.
Ξέρετε είναι αναπόφευκτη η αυτοαναφορικότητα στην τέχνη.  Ο συγγραφέας δεν κομίζει στο έργο του έννοιες και γεγονότα παγκόσμιας πρωτοτυπίας.  Είναι αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο διαβάζει τον κόσμο που τον περιβάλει.  Είναι αναπόφευκτο να εμπλέκονται στο έργο του προσωπικές εμπειρίες, ιδεολογικοί αφορισμοί ή ιδεολογικές εμμονές.  Όσον αφορά εμένα όταν ξεκινήσει το ταξίδι της συγγραφής ανασύρονται μνήμες, προσωπικές εμπειρίες, κουβέντες και πράξεις αποθηκεμένες σε μια πορεία ζωής όπου σαν σφουγγάρι απορροφούσα τα πάντα γύρω μου.  Κι έρχεται εκείνη η στιγμή που πρέπει να το σφίξω και να μαζέψω τους θησαυρούς που κρύβονται μέσα του.
          
8. Οι ερωτήσεις οφείλουν να ψάχνουν το γιατί και το πως. Δε θεωρώ έξυπνες τις απαντήσεις που ξεφεύγουν με νηπιακά τεχνάσματα από την ουσία και δεν απαντούν στο ερώτημα. Έχοντας στον νου μου την ειδοποιό διαφορά... θα ήθελα λοιπόν να μου πείτε γιατί να επιλέξω να διαβάσω και τα δικά σας βιβλία ανάμεσα στα τόσα άλλα βιβλία που κυκλοφορούν σε βιβλιοπωλεία και διαδίκτυο.
Ο μόνος λόγος που μπορώ να φανταστώ για κάποιον που χωρίς να ξέρει τίποτε για το έργο μου, θα επιλέξει ένα από τα βιβλία μου, είναι γιατί κάτι θα του έκανε ‘κλικ’. Αν δεν του κάνει  ‘κλικ’ καλύτερα να διαλέξει ένα άλλο βιβλίο.
9. Κανένας άνθρωπος της τέχνης δεν πιστεύει πως έχει καβαλήσει το καλάμι. Το καλάμι το καβαλάς είτε επειδή πιστεύεις πως γράφεις καλά, είτε επειδή πουλάς πολύ, είτε επειδή ακούς καλά λόγια από τους άλλους. Θα μπορούσα να προσθέσω κι άλλα πολλά. Αν διαθέτετε αυτογνωσία, μέτρο και σεμνότητα τότε μιλήστε μου για αυτά. Αν πάλι τυχαίνει να διαθέτετε και τα αντίθετά τους... με το ίδιο ενδιαφέρον θα ακούσω την απάντησή σας.
Τα ιπτάμενα καλάμια όπως και τα σκουπόξυλα είναι αποκλειστικό όχημα των μαγισσών.  Αν επιχειρήσουν να το καβαλήσουν και κάποιοι άλλοι όπου και αν ανήκουν είναι κάτι πάρα πάνω από σίγουρο ότι αργά ή γρήγορα θα γκρεμοτσακιστούν.  Το ταξίδι του αιθεροβάμονα και το υπερφίαλου στα ύψη κρατάει λίγο και η πτώση από τα ψηλά στα χαμηλά είναι τραυματική.  Όταν είσαι καλός σε κάποιο είδος η αναγνώριση νομοτελειακά θα έρθει και θα είναι για να μείνει.  Οι κολακείες πολύ εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε μομφές και ανυποληψία.  Η αξία ενός κειμένου δεν είναι η υπερφίαλη πίστη στο αναπόδεικτη αξία του ή στις μεγάλες πωλήσεις που πραγματοποιεί.  Είναι στο ίδιο το κείμενο αν θα αντέξει στον χρόνο και αν θα πείσει τους αναγνώστες του πως δεν έχασαν τον χρόνο τους διαβάζοντας το.            
10. Ο συγγραφέας είναι ένας πνευματικός άνθρωπος της εποχής του. Ποιος λοιπόν θα έπρεπε να είναι ο ρόλος ενός συγγραφέα στα σημερινά δίσεκτα χρόνια που ταλανίζουν την πατρίδα μας; Εσείς τι ακριβώς κάνετε για να δικαιολογήσετε στον εαυτό σας και στους γύρω τον “τίτλο” σας;
Ο συγγραφέας είναι σίγουρα ένας πνευματικός άνθρωπος της εποχής του όπως πολύ σωστά λέτε.  Αλλά κατά την γνώμη μου δεν είναι και δεν πρέπει να είναι εκείνος που θα διαμορφώνει την κοινή γνώμη.  Απλά μέσα από το έργο του ή τις θέσεις του γενικότερα σε καίρια θέματα μπορεί να δίνει ερμηνείες που να εξηγούν το γιατί υποστηρίζει ή απορρίπτει αποφάσεις σε πολιτικό ή κοινωνικό επίπεδο.  Εγώ προσωπικά δεν θεωρώ  ‘τίτλο’ την ιδιότητα του συγγραφέα.  Και επειδή είμαι φύση και θέση αισιόδοξο άτομο πιστεύω πως η ιστορία η ίδια μας διδάσκει πως οι σκοτεινές περίοδοι της ανθρωπότητας έρχονται και παρέρχονται με ασυνήθιστη συχνότητα και ολέθρια αποτελέσματα αλλά και πως ανάμεσα τους υπάρχουν μεγάλα διαστήματα φωτός, αισιοδοξίας και ευμάρειας.          
11. Κατά την εκτίμησή μου λογοτεχνία δίχως “έρωτα” και “θάνατο” δεν μπορεί να υπάρξει. Ανεξάρτητα με το αν ενστερνίζεστε ή βρίσκεστε απέναντι στην παραπάνω άποψη θα ήθελα να μάθω πως διαχειρίζεστε εσείς στην γραφή αλλά και στην ζωή σας τις έννοιες του έρωτα και του θανάτου;
Ο έρωτας είναι η κινητήρια δύναμη στις ζωές των απλών ανθρώπων και είναι αυτός που τους οδηγεί στην διεκδίκηση ενός καλύτερου αύριο.  Είναι αγαπημένο θέμα της λογοτεχνίας αλλά ο τρόπος έκφρασης του διαφοροποιείται από την ικανότητα ή όχι του συγγραφέα να το διαχειριστεί με τέτοιον τρόπο ώστε να κάνει κοινωνό του και τον αναγνώστη του.   Ο θάνατος επίσης είναι κυρίαρχος στην ζωή μας και κατ’ επέκταση και στην λογοτεχνία, μυστηριακός, θελκτικός και απωθητικός την ίδια στιγμή.  Το αν θα μας επισκεφτεί ο έρωτας και πόσες φορές μένει να αποδειχτεί στην ζωή μας, το ότι θα μας επισκεφτεί ο θάνατος είναι το μόνο σίγουρο, μένει να αποδειχτεί το πότε.    
12. Μέσα από αυτή την συνέντευξη θα ήθελα να δώσω στους αναγνώστες μας την ευκαιρία να γνωρίσουν καλύτερα την συγγραφική σας τέχνη. Δώστε μας ένα δείγμα πέντε έως δέκα σειρών από κάποιο έργο σας.
Είναι ένα δείγμα γραφής από το ‘Φεύγω’  Γυρνώ σ’ ένα σπίτι βουβό, σκοτεινό, δεν ανοίγω κανένα φως, ανοίγω μόνο τα παράθυρα, να κυνηγήσουν οι αντανακλάσεις από τα φώτα του δρόμου τις σκιές στους τοίχους, να θρυμματίσουν τις σιωπές οι φωνές των περαστικών, να μπει καλόδεχτο το τώρα για να διώξει το απειλητικό χτες.  
13. Τι σας έκανε να διαλέξετε το παραπάνω;
Το ‘Φεύγω’ είναι ένα μυθιστόρημα που υπήρξε για μένα αφορμή βαθιάς ενδοσκόπησης.  Το συγκεκριμένο απόσπασμα είναι μέρος ενός από τους πολλούς μονολόγους του που χαρακτηρίζει την ανάγκη της ηρωίδας να διαφεντεύει η ίδια την ζωή της. 
14. Θα ήθελα να μας μιλήσετε για τα όνειρα και τα οράματά σας που δεν είδαν ακόμα το φως του ήλιου, δηλαδή για εκείνα τα κομμάτια της ψυχής σας που έμειναν μέχρι σήμερα κλεισμένα στα συρτάρια της εσωτερικότητας παρόλο που θα ήθελαν πολύ να περπατήσουν την ύπαρξή τους στον παρόντα χρόνο.
Δεν έχω οράματα, μόνο όνειρα που συνωστίζονται να βγουν στο φως, να αφήσουν πίσω τους το ατελέσφορο σκοτάδι της εσωστρέφειας και να διεκδικήσουν την πραγμάτωση τους, σε χρόνο παρόντα και γιατί όχι μέλλοντα.        
15. Στην ερώτησή μου για το τι είναι τέχνη οι περισσότεροι μου λένε πως είναι ένα μεγάλο θέμα και πως θέλει χρόνο μια τέτοια συζήτηση. Έχετε όλο τον χρόνο να σκεφτείτε και να μου δώσετε τον δικό σας “ορισμό” για την τέχνη.

Θυμάμαι ένα τραγούδι… Το «Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη» Εκεί, λοιπόν, ακούμε πως «Ποτέ ποτέ κανένα στόμα, δεν το `βρε και δεν το `πε ακόμα»

16. Υπήρξατε “αιρετικός” στην τέχνη και στη ζωή ή για να μπορέσετε να προχωρήσετε συμβιβαστήκατε με το σύστημα αξιών, τις σκληρές απαιτήσεις και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής σας;
Οι φίλοι που με ξέρουν καλά- με ξέρουν άραγε;- μου λένε πως κατά βάθος είμαι αναρχικό άτομο, άλλοι πως είμαι ροκ, εγώ ξέρω καλά πως είμαι ‘‘αιρετικός’’ χαρακτήρας πρωτίστως στην ζωή μου και κατ’ επέκταση και στην τέχνη μου.  Δεν συμβιβάζομαι εύκολα και ποτέ σε θέματα που θεωρώ αδιαπραγμάτευτα.  Υπερασπίζομαι τα πιστεύω μου με πάθος ακόμα και όταν έρχονται σε πλήρη σύγκρουση και αμφισβήτηση με τα πιστεύω των άλλων.
17. Σήμερα δεν υπάρχουν μόνο πολλοί εκδοτικοί οίκοι και συγγραφείς, αλλά και πολλοί κριτικοί. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι συγγραφείς που γράφουν σε περιοδικά – ηλεκτρονικά και μη – κριτικές για το έργο των ομοτέχνων τους. Κατά πόσο ο μέσος αναγνώστης είναι σε θέση να διαχωρίσει την βιβλιοκριτική του ανθρώπου που κουβαλά σπουδές, γνώση και εμπειρία στις πλάτες του από εκείνη την γνώμη που προβάλλει την θετική ή αρνητική ενός έργου με μοναδικό ίσως σκοπό να εξυπηρετήσει τα προσωπικά του συμφέροντα και να διατηρήσει τις δημόσιες σχέσεις του στο βάθρο του προσκηνίου;
Τα κριτικά κείμενα όταν είναι εμπεριστατωμένα και με γνώση του αντικειμένου το οποίο καλούνται να αναλύσουν ακόμη και τα αρνητικά θα πρέπει να είναι ευπρόσδεκτα και αρκούντως βοηθητικά για τον μέσο αναγνώστη.  Όταν όμως είναι σαφές ότι εξυπηρετούν προσωπικά συμφέρονται και δημόσιες σχέσεις από μόνα τους αποδυναμώνονται και αποδυναμώνουν και το ίδιο το κείμενο που προσπαθούν να αναλύσουν.  Ο αναγνώστης για να αποφύγει τις παγίδες που επιμελώς μπορεί να κρύβονται σε μια κριτική αρνητική ή θετική, κατά το δοκούν, θα πρέπει να εκπαιδευτεί ο ίδιος για να ξεχωρίζει την ήρα από το σιτάρι και να κάνει σωστές επιλογές.      
18. Ευτυχισμένες και δυστυχισμένες ώρες του παρελθόντος έρχονται στην σκέψη σας σε μια στιγμή προσωπικού απολογισμού. Η ευτυχία και η δυστυχία κουμπώνουν την ύπαρξή τους με την επιτυχία και την αποτυχία; Πως διαχειρίζεστε στον παρόντα χρόνο την χαρά και την λύπη του χθες;
Μετουσιώνοντας τες σε τέχνη. 
19. Λένε πως η γραφή είναι μια εσωτερική ανάγκη του συγγραφέα. Τα τμήματα δημιουργικής γραφής βοηθούν αυτή την ανάγκη να βγει προς τα έξω με τρόπο που να διαμορφώσει σταδιακά την μοναδικότητά της ή της δίνουν μια μορφή – φόρμα πάνω στην οποία το υποκείμενο θα στηρίξει την ασαφή ύπαρξή της καινούργιας γνώσης και θα προχωρήσει;
Η προσωπική μου γνώμη είναι πως τα τμήματα δημιουργικής γραφής όταν καθοδηγούνται από έμπειρους δασκάλους μπορούν να βελτιώσουν τον έκφραση και τον τρόπο που σκέφτεται κάποιος που θέλει να γράψει, αλλά αυτός που θα ξεχωρίσει και που θα διεκδικήσει τον ‘τίτλο’ του συγγραφέα είναι εκείνος που έχει μέσα του τον σπόρο του γνήσιου ταλέντου, αυτός ναι θα ωφεληθεί και θα παράξει έργο.
20. Το “είναι” και το “φαίνεσθαι” ενός πετυχημένου συγγραφέα μπορεί να μπει στα καλούπια του κονφορμισμού και να δημιουργήσει; Στην λέξη πετυχημένος θα ήθελα να δώσω την έννοια του πετυχημένου δημιουργού που είναι αποδεκτός από το συνάφι και τους αναγνώστες του.

Και εγώ να προσθέσω πως είναι αποδεχτός και από τον ίδιο…


21. Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω και να κλείσουμε την κουβέντα μας με κάτι δικό σας. Κάτι που θα βγαίνει από τη ψυχή σας και θα θέλατε να το μοιραστείτε με τους νέους ανθρώπους αυτής της χώρας... αλλά κι με εμάς τους λιγότερο νέους

Να μην το βάζουν κάτω.  Να παλεύουν με όλες τους τις δυνάμεις για την πραγμάτωση των ονείρων τους.  Να ζουν μέσα από τα δικά τους θέλω, τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, και να μην υποχωρούν εύκολα στα διάφορα στερεότυπα που προσπαθούν να μας καλουπώσουν στις ψευδεπίγραφες αξίες… του πολιτικού λόγου, της θεοποίησης του χρήματος και της κοινωνικής ανισότητας.